Ρήξη στροφικού πετάλου

Η ρήξη στροφικού πετάλου αποτελεί μια συχνή αιτία επίσκεψης των ενηλίκων στον ορθοπαιδικό χειρουργό. Από την ηλικία των 40 ετών και άνω, ολοένα και περισσότερο ποσοστό ασυμπτωματικών (χωρίς συμπτώματα) ασθενών εμφανίζει ρήξη στροφικού πετάλου ως τυχαίο εύρημα, κατά τη διενέργεια μαγνητικής τομογραφίας ώμου. Στόχος του ορθοπαιδικού είναι να αναγνωρίσει το είδος της ρήξης και να υποδείξει τον κατάλληλο τρόπο αντιμετώπισής της.

Το στροφικό πέταλο σχηματίζεται από τους τένοντες τέσσερων μυών:

Υποπλατίου

Υπερακανθίου

Υπακανθίου και

Ελάσονος στρογγύλου

Οι μύες αυτοί εκφύονται (ξεκινούν) από την ωμοπλάτη και καταφύονται (καταλήγουν) στην κεφαλή του βραχιονίου με τη μορφή τενόντων. Η μετάβαση από μυ σε τένοντα (μυοτενόντια σύνδεση) γίνεται περίπου 2-3 εκατοστά πριν την κατάφυσή τους στην βραχιόνια κεφαλή. Καθώς καταφύονται στην κεφαλή του βραχιονίου, την περιβάλλουν από μπροστά, άνω και πίσω, σχηματίζοντας ένα πέταλο.Το πέταλο αυτό ονομάζεται στροφικό λόγω της δράσης των αντίστοιχων μυών (ενεργούν έσω και έξω στροφή του βραχιονίου).

Οι ρήξεις του στροφικού πετάλου ταξινομούνται σε δύο κατηγορίες:

Άμεσες-τραυματικές

Οι τραυματικές ρήξεις είναι αποτέλεσμα της σύνθλιψης του στροφικού πετάλου μεταξύ ακρωμίου και βραχιονίου. Αυτό συμβαίνει ύστερα από πτώση και πρόσκρουση του άνω άκρου στο έδαφος ή ύστερα από άσκηση υπερβολικά μεγάλης δύναμης, πχ άρση βάρους. Οι άμεσες ρήξεις μπορεί να συνοδεύουν και άλλες κακώσεις της ωμικής ζώνης, όπως είναι τα κατάγματα και τα εξαρθρήματα.

Χρόνιες-εκφυλιστικές

Οι εκφυλιστικές ρήξεις είναι συχνότερες και αποτελούν εξέλιξη της φυσιολογικής φθοράς του στροφικού πετάλου προϊόντος του χρόνου. Καθώς μεγαλώνουμε ηλικιακά, οι τένοντές μας χάνουν σταδιακά την ελαστικότητά τους και γίνονται πιο ευαίσθητοι στη συνεχή τριβή τους από το ακρώμιο (σύνδρομο πρόσκρουσης). Εντοπίζονται συχνότερα στο επικρατές άνω άκρο και μόλις διαγνωσθούν πρέπει να μας εγείρουν την υποψία για πιθανή ρήξη και στο άλλο άκρο, καθώς αυτές οι ρήξεις συνήθως δεν έχουν θορυβώδη συμπτωματολογία και δεν προκαλούν έντονο άλγος.

Μία εκφυλιστική ρήξη στροφικού πετάλου οφείλεται συνήθως στους παρακάτω παράγοντες:

Επαναλαμβανόμενο στρες: Η επανειλημμένη κίνηση του ώμου κατά την άρση του άνω άκρου προκαλεί συνεχή τριβή στους τένοντες του στροφικού πετάλου. Αθλήματα όπως είναι το τένις, το βόλεϊ και το μπέιζμπολ, καθώς και επαγγέλματα, όπως είναι οι ελαιοχρωματιστές και οι ξυλουργοί, που περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενες κινήσεις πάνω από το ύψος του ώμου, αυξάνουν την πιθανότητα ρήξης του στροφικού πετάλου.

Μειωμένη αιμάτωση: Καθώς μεγαλώνουμε ηλικιακά, η αιμάτωση του στροφικού πετάλου μειώνεται, με αποτέλεσμα να μειώνεται και η φυσική ικανότητα του οργανισμού μας να επιδιορθώνει τους συνεχείς μικροτραυματισμούς του στροφικού πετάλου λόγω τριβής του με το ακρώμιο.

Οστεόφυτα: Με την πάροδο των ετών, το ακρώμιο σχηματίζει αντιδραστικό οστούν (οστεόφυτο) στα πλαίσια μιας αρχόμενης αρθρίτιδας. Το οστεόφυτο έχει συνήθως ανώμαλο σχήμα, είναι τραχύ και δυσχεράνει την ομαλή κίνηση του στροφικού πετάλου κάτω από το ακρώμιο. Την εμφάνιση του οστεόφυτου ακολουθεί σχεδόν πάντα η εκδήλωση του συνδρόμου πρόσκρουσης. Το σύνδρομο αυτό εκδηλώνεται με πόνο κατά τις κινήσεις του βραχιονίου πάνω από το επίπεδο του ώμου και αποτελεί το πρόδρομο στάδιο της ρήξης των στροφέων τενόντων.

Καθώς οι πλειοψηφία των ρήξεων του στροφικού πετάλου είναι αποτέλεσμα φυσιολογικής εκφύλισης των τενόντων προϊόντος του χρόνου, οι ασθενείς άνω των 40 ετών έχουν μεγάλες πιθανότητες να παρουσιάζουν τέτοιου είδους ρήξη.

Η ρήξη στροφικού πετάλου συνοδεύεται συνήθως από τα παρακάτω συμπτώματα :

Πόνο ηρεμίας

Νυχτερινό πόνο, ιδίως όταν ο ασθενής ξαπλώνει προς την πλευρά του πάσχοντος μέλους.

Αδυναμία κατά την άρση ή τη στροφή του άνω άκρου.

Αίσθημα και ήχο τριβής κατά την εκτέλεση συγκεκριμένων κινήσεων (θετικές δοκιμασίες πρόσκρουσης)

Η διάγνωση των ρήξεων του στροφικού πετάλου γίνεται κλινικά και απεικονιστικά. Ο θεράπων ορθοπαιδικός επιβεβαιώνει τη ρήξη με ειδικές κλινικές δοκιμασίες και μπορεί να ενισχύσει τη διάγνωσή του είτε με υπερηχογράφημα, είτε με μαγνητική τομογραφία.

Στόχος της θεραπείας είναι η ανακούφιση από τον πόνο και η αποκατάσταση της εύρυθμης λειτουργίας του ώμου.

Η θεραπεία είναι εξατομικευμένη για κάθε ασθενή και διαμορφώνεται ανάλογα με τα συμπτώματα που αναφέρει, την ηλικία του, τη γενικότερη κατάσταση της υγείας του, τα κλινικά και απεικονιστικά του ευρήματα καθώς και από τις απαιτήσεις που έχει στις καθημερινές του δραστηριότητες.

Η συντηρητική θεραπεία είναι αποτελεσματική σε ποσοστό περίπου 50% των ασθενών, ιδίως στις περιπτώσεις χρόνιων ρήξεων. Ανακουφίζει από τον πόνο και βελτιώνει τη λειτουργία του ώμου, χωρίς ωστόσο να επαναφέρει πάντα τη μυϊκή ισχύ στα επίπεδα προ της ρήξης. Αποτελεί τις περισσότερες φορές την πρώτη γραμμή θεραπείας, είτε την επιλέξουμε ως οριστική θεραπεία, είτε στοχεύουμε σε χειρουργική αποκατάσταση της ρήξης. Στην δεύτερη περίπτωση, η συντηρητική θεραπεία, επιτρέπει την ύφεση της φλεγμονής που συνοδεύει μια ρήξη στο στροφικό πέταλο και τη διατήρηση της κινητικότητας του ώμου μέχρι τη στιγμή της χειρουργικής επέμβασης.

Η συντηρητική θεραπεία συνίσταται στα εξής:

Ανάπαυση: Αποχή από έντονες δραστηριότητες και διατήρηση της κίνησης του άνω άκρου κάτω από το επίπεδο του ώμου.

Μορφοποίηση δραστηριοτήτων: Περιλαμβάνει τη διακοπή όσων κινήσεων αναπαράγουν πόνο λόγω της ρήξης του στροφικού πετάλου.

Φαρμακευτική αγωγή: Περιλαμβάνει απλά παυσίπονα και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.

Έγχυση στεροειδών ή PRP: Πρόκειται για έγχυση (ένεση) κορτιζόνης ή ενζύμων στον ώμο με στόχο τον περιορισμό της φλεγμονής και την ανακούφιση από τον πόνο.

Φυσιοθεραπεία: Είναι ο θεμέλιος λίθος της συντηρητικής θεραπείας. Στοχεύει στη διατήρηση της λειτουργικότητας του ώμου μέσω ενός προγράμματος διατάσεων, κινησιοθεραπείας και μυϊκής ενδυνάμωσης. Πρέπει να πραγματοποιείται με βάση καθιερωμένα πρωτόκολλα αποκατάστασης, από φυσιοθεραπευτές εξειδικευμένους στην αποκατάσταση παθήσεων της ωμικής ζώνης.

Σε περιπτώσεις που η ρήξη δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με τα παραπάνω μέτρα, καθώς και σε νέους δραστήριους ασθενείς που η μείωση του επιπέδου δραστηριότητας του ώμου τους δεν είναι αποδεκτή, τίθεται η ένδειξη της χειρουργικής θεραπείας.

Γενικά, οι ενδείξεις της χειρουργικής θεραπείας είναι οι εξής:

Εμμένων άλγος παρά τη συντηρητική αγωγή

Πλήρης ρήξη μεγαλύτερη από 1 εκατοστό

Μερική ρήξη μεγαλύτερη από 3 εκατοστά

Σημαντική μυϊκή αδυναμία και περιορισμός των δραστηριοτήτων

Οξεία, τραυματική ρήξη

Κατά τη χειρουργική επέμβαση, ο ορθοπαιδικός νεαροποιεί (ομαλοποιεί) τα χείλη της ρήξης και επανακαθηλώνει τον τένοντα που έχει υποστεί ρήξη στο σημείο της πρόσφυσής του με το βραχιόνιο (αρθροσκόπηση ώμου).

Μετεγχειρητικά, ο ασθενής συμμετέχει σε ειδικό πρόγραμμα φυσιοθεραπείας, για την ασφαλή και ταχεία αποκατάσταση του χειρουργημένου ώμου. Στόχος της χειρουργικής θεραπείας και της μετέπειτα φυσιοθεραπείας είναι η –όσο το δυνατόν- χρήση του ώμου στα προ της ρήξης επίπεδα.

Copyright © 2018. Powered by Adviser. All Rights Reserved